«Για την παιδοκτόνο Μαρία Φαρράρ», Μπέρτολτ Μπρεχτ

brose
Μοιράσου το!

Πρόσφατα διάβασα μία καταδικαστική απόφαση που αφορούσε μία μητέρα η οποία σκότωσε τα παιδιά της. Δυστυχώς, η σύγχρονη ‘’Μήδεια’’ είναι ένα φαινόμενο το οποίο εμφανίζεται όλο και περισσότερο στην κοινωνία μας. Παρότι καταδικάζεται από την κοινή γνώμη, λαμβάνει μεγάλη δημοσιότητα μέσω των δελτίων ειδήσεων αλλά και ολόκληρου του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου. Το φαινόμενο αυτό όμως, θα αναπτύξω σε επόμενο άρθρο μου.

Στο σημερινό άρθρο αναφέρομαι σε ένα από τα πιο συγκλονιστικά ποιήματα που διάβασα και το οποίο έφερε στο μυαλό μου η ανάγνωση της προαναφερθείσας δικαστικής απόφασης. Το ποίημα αυτό, έγραψε ένας από τους αγαπημένους μου ποιητές, θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης ο Μπέρτολτ Μπρεχτ (Bertolt Brecht), με τίτλο «Για την παιδοκτόνο Μαρία Φαρράρ».

Ο Μπρεχτ γεννήθηκε το 1898 στο Άουγκσμπουργκ της Βαυαρίας και πέθανε το 1956 στο Ανατολικό Βερολίνο. Σπούδασε ιατρική και φιλοσοφία δείχνοντας ξεκάθαρα την προτίμησή του στη λογοτεχνία. Έγραψε ποιήματα και θεατρικά μεταξύ των οποίων η Μάνα Κουράγιο και τα παιδιά της, η όπερα της πεντάρας, η ζωή του Γαλιλαίου και άλλα.

Τα έργα του έγιναν ευρέως γνωστά μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μέσα από αυτά καταδικάζει τον πόλεμο και τη στρατοκρατία (μιλιταρισμός), αναδεικνύει την ανθρώπινη υπόσταση, ενώ διάχυτη σε αυτά είναι η έμπνευση που άντλησε από τη μαρξιστική φιλοσοφία.

Στο ποίημά του «Για την παιδοκτόνο Μαρία Φαρράρ», η ανήλικη, ορφανή και ανύπαντρη Μαρία Φαρράρ η οποία εργάζεται ως υπηρέτρια, προσπαθεί να τερματίσει από τους πρώτους κιόλας μήνες την ανεπιθύμητη εγκυμοσύνης της, αφού δεν έχει τη δυνατότητα να αναθρέψει ένα παιδί και να το προστατέψει από το στίγμα του νόθου.

Παρά την τεράστια προσπάθεια που καταβάλει η νεαρή κοπέλα και τους πόνους που υποφέρει με σκοπό να κρύψει την εγκυμοσύνη της, λυγίζει από το συναισθηματικό βάρος και λίγο μετά τη γέννηση του παιδιού της προχωρεί στο αποτρόπαιο έγκλημα.

Κατά τη διάρκεια του ποιήματος ο Μπρεχτ ο οποίος διαισθάνεται το δράμα που βιώνει η τραγική κοπέλα, η οποία φτάνει στο σημείο να προσεύχεται στην Παναγία ζητώντας της με γονυκλισίες και τάματα να την απαλλάξει από το μαρτύριό της, λειτουργεί ως συνήγορος υπεράσπισης επαναλαμβάνοντας πολλές φορές τη φράση <<παρακαλώ, μη δείξετε καταφρόνια, γιατί το κάθε πλάσμα χρειάζεται όλων μας τη συμπόνια>>.

Κλείνοντας, κατά τη γνώμη μου, στο ποίημά του ο Μπρεχτ, προσπαθεί να αναδείξει την αδικία και την εξαθλίωση που βιώνουν οι ασθενέστεροι κοινωνικά και οικονομικά άνθρωποι (οι φτωχοί), οι οποίοι καλούνται να πάρουν απάνθρωπες αποφάσεις λόγω των ιδιαίτερων ταξικών και κοινωνικών συνθηκών.

Ακολουθεί το ποίημα:

Μπέρτολτ Μπρεχτ «Για την παιδοκτόνο Μαρία Φαρράρ»

1

Μαρία Φαρράρ, γεννηθείσα τον Απρίλιον,

ανήλικη, ορφανή, ραχιτική, όψεως κοινής, 

λευκού έως τώρα ποινικού μητρώου,

εσκότωσε το παιδί της ως εξής:

Σ’ ένα κατώι -λέει- σαν ήταν δυο μηνών,

να το ξεφορτωθεί προσπάθησε όπως – όπως,

με δυο ενέσεις που της έκανε μια γριά.

Πόνεσε, λέει, πολύ – όμως χαμένος κόπος.

Αλλά εσείς, παρακαλώ, μη δείξετε καταφρόνια,

γιατί το κάθε πλάσμα χρειάζεται όλων μας τη συμπόνια.

2

Πλήρωσε ωστόσο -λέει- ό,τι είχε συμφωνήσει.

Σφιχτόδενε με πάνες την κοιλιά της,

τσίπουρο έπινε με πιπέρι, αλλά το μόνο

που πέτυχε ήταν να γδαρθούν τα σωθικά της.

Το φούσκωμα φαινόταν πια ξεκάθαρα,

κι αβάσταχτα πονούσε όταν σφουγγάριζε.

Ψήλωσε, ωστόσο – λέει. Και προσεύχονταν

στην Παναγιά και τάματα της χάριζε.

Όμως εσείς, παρακαλώ, μη δείξετε καταφρόνια,

γιατί το κάθε πλάσμα χρειάζεται όλων μας τη συμπόνια.

3

Μα οι προσευχές της πήγανε του κάκου.

Πολλά ζητούσε, ως φαίνεται. Κι ολοένα

στον όρθρο ζαλιζόταν, κρύος την έλουζε ιδρώτας

καθώς γονατιστή παρακαλούσε την Παρθένα.

Αλλά κατάφερε να μην την πάρουν είδηση

ωσότου ζύγωσε η ώρα να γεννήσει,

γιατί κανείς ποτέ δε φανταζότανε

πως μια τόσο άχαρη κοπέλα είχε αμαρτήσει.

Κι εσείς, παρακαλώ, μη δείξετε καταφρόνια,

γιατί το κάθε πλάσμα χρειάζεται όλων μας τη συμπόνια.

4

Τη μέρα κείνη -λέει- τη χαραυγή,

καθώς, σκουπίζοντας τις σκάλες, είχε σκύψει,

άγρια νύχια της ξεσκίσαν την κοιλιά.

Ωστόσο μπόρεσε τους πόνους της να κρύψει.

Ολημερίς σουρνόταν τη μπουγάδα απλώνοντας

κι έσπαζε το κεφάλι της ώσπου να νιώσει

πως έφτασε της γέννας της η ώρα. Κι έτρεμε

η καρδιά της σαν, αργά, τράβηξε να ξαπλώσει.

Αλλά εσείς, παρακαλώ, μη δείξετε καταφρόνια,

γιατί το κάθε πλάσμα χρειάζεται όλων μας τη συμπόνια.

5

Μα την ξαναφώναξαν πριν να καλογείρει:

χιόνι είχε πέσει κι έπρεπε αυτή να το σκουπίσει.

Και σκούπιζε ως τις έντεκα. Μια ατέλειωτη ήταν μέρα.

Τη νύχτα μόνο μπόρεσε ήσυχα να γεννήσει.

Και γέννησε -όπως λέει- ένα αγόρι.

Όμοιο ήταν μ’ όλα τ’ άλλα αγόρια.

Μόνο που αυτή δεν ήταν σαν τις άλλες μάνες.

Κι εσείς, παρακαλώ, μη δείξετε καταφρόνια,

γιατί το κάθε πλάσμα χρειάζεται όλων μας τη συμπόνια.

6

Αφήστε τη, λοιπόν, ν’ αποτελειώσει

την ιστορία για κείνο το παιδί

(λέει πως δε θέλει τίποτα να κρύψει),

κι έτσι θα δούμε τι είμ’ εγώ και τι είσαι συ.

Λέει πώς μόλις πήγε στο κρεβάτι,

αναγούλες τήνε πιάσανε και ρίγη.

Μονάχη, αλαφιασμένη τι θα γίνει,

με κόπο τις φωνές της κρυφοπνίγει.

Όμως εσείς, παρακαλώ, μη δείξτε καταφρόνια,

γιατί το κάθε πλάσμα χρειάζεται όλων μας τη συμπόνια.

7

Μ’ όσες της απομένανε δυνάμεις

-η κάμαρά της ήταν κιόλας παγωμένη-

σύρθηκε ως τον απόπατο (μα πότε,

δε θυμάται πια) κι εκεί, παρατημένη,

γέννησε, τα χαράματα. Κι ήτανε λέει,

ολότελα χαμένη κι ένιωθε πια να κοκαλώνει,

μόλις μπορούσε να κρατήσει το παιδί της,

γιατί μες στη σοφίτα τρύπωνε το χιόνι.

Κι εσείς, παρακαλώ, μη δείξετε καταφρόνια,

γιατί το κάθε πλάσμα χρειάζεται όλων μας τη συμπόνια.

8

Και τότε, πριν στην κάμαρα γυρίσει

-και μόνο τότε- να κλαίει αρχινάει το παιδί.

Κι εκείνη φρένιασε τόσο, καθώς λέει,

που με τις δυο γροθιές της, σαν τυφλή,

το χτύπαε και το χτύπαε, μέχρι να βουβαθεί.

Και τότε, πήρε το πεθαμένο της μωρό

μες στο κρεβάτι ώσπου να ξημερώσει,

και, το πρωί, τό’ κρυψε μες στο πλυσταριό.

Αλλά εσείς, παρακαλώ, μη δείξετε καταφρόνια,

γιατί το κάθε πλάσμα χρειάζεται όλων μας τη συμπόνια.

9

Μαρία Φαρράρ, γεννημένη έναν Απρίλη,

στου Μάισσεν πέθανε τη φυλακή,

κοριτσομάνα*, καταδικασμένη,

του κάθε ανθρώπου τις αδυναμίες ιστορεί.

Σεις, που γεννάται σε κρεβάτια πεντακάθαρα

και «ευλογημένος» λέτε της κοιλιάς σας ο καρπός,

μη ρίχτε στους αδύναμους τ’ ανάθεμα.

Βαρύ ήτανε το κρίμα της, μα ο πόνος της πικρός.

Γι’ αυτό, παρακαλώ, μη δείξτε καταφρόνια,

γιατί το κάθε πλάσμα χρειάζεται όλων μας τη συμπόνια.

* Στο πρωτότυπο ledige που σημαίνει άγαμη

[Μπέρτολτ Μπρεχτ Ποιήματα, μετάφραση Μάριος Πλωρίτης, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, έτος έκδοσης 2000, σελ. 16-19]

Photo: Rose In Darkness by Evita Babouni.

Instagram: evita__gallery

Τα λέμε στο επόμενο άρθρο..


Μοιράσου το!

Σχετικά άρθρα